- αἰσθητόν
- αἰσθητόςsensiblemasc acc sgαἰσθητόςsensibleneut nom/voc/acc sgαἰσθητόςsensiblemasc/fem acc sgαἰσθητόςsensibleneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
καἰσθητόν — αἰσθητόν , αἰσθητός sensible masc acc sg (epic doric) αἰσθητόν , αἰσθητός sensible neut nom/voc/acc sg (epic doric) αἰσθητόν , αἰσθητός sensible masc/fem acc sg (epic doric) αἰσθητόν , αἰσθητός sensible neut nom/voc/acc sg (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Parménides de Elea — Saltar a navegación, búsqueda Parménides (Παρμενίδης) Filosofía occidental Filosofía presocrática … Wikipedia Español
αισθητός — ή, ό (Α αἰσθητός, ή, όν και ός, όν) ο αντιληπτός διά μέσου τών αισθήσεων (αντίθετα προς το νοητός) νεοελλ. 1. ικανός, σημαντικός, μεγάλος 2. αξιοπρόσεκτος, ευδιάκριτος, φανερός, σαφής αρχ. το ουδ. ως ουσ. τὸ αἰσθητόν αυτό που υποπίπτει στις… … Dictionary of Greek
νομή — (Νομ.). Η κατοχή (φυσική εξουσίαση) του πράγματος όταν συντρέχει με τη θέληση του εξουσιάζοντος να έχει το πράγμα αυτό δικό του. Οι δύο αυτές προϋποθέσεις είναι απαραίτητες και αποτελούν το σωματικό (corpus) και το πνευματικό (animus) στοιχείο… … Dictionary of Greek
ομόγονος — η, ο (Α ὁμόγονος, ον) νεοελλ. βοτ. αυτός που έχει άνθη ενός είδους τών οποίων τα αρσενικά και θηλυκά όργανα είναι ίσου μήκους αρχ. 1. ομογενής («οἱ ἀπὸ μητρὸς αὐτῷ ὁμόγονοι», Ξεν.) 2. παρόμοιος («τὸ αἰσθητὸν γένος τούτων ἐκάσταις ὁμόγονον»,… … Dictionary of Greek
σκότος — ους, το / σκότος, εος, ΝΜΑ, και συν. ποιητ. σκότος, ου, ὁ Α 1. απουσία φωτός σε έναν χώρο, η οποία καθιστά αφανή ή δυσδιάκριτα τα πρόσωπα ή τα αντικείμενα που βρίσκονται σε αυτόν, σκοτάδι, σκοτίδι (α. «ο ήλιος διέλυσε τα σκότη τής νύχτας» β. «καὶ … Dictionary of Greek
ИСИХИЙ ИЕРУСАЛИМСКИЙ — [греч. ῾Ησύχιος, πρεσβύτερος ῾Ιεροσολύμων] (2 я пол. IV в. ок. 451), прп., пресвитер (пам. 28 марта, согласно Месяцеслову имп. Василия II; 22 сент., согласно Палестино грузинскому календарю; а также в Соборе всех прп. отцов в субботу сырной… … Православная энциклопедия